«Και ελθόντες εις τον οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού, και πεσόντες προσεκύνησαν αύτω και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών προσήνεγκαν αύτω δώρα, χρυσόν και λίβανον και σμύρναν»
(Ματθ. β” 11).
Μεταξύ των ποικίλων θησαυρών και πολυτίμων κειμηλίων πού με πολλή ευλάβεια φυλάσσονται στην Ιερά Μονή του Αγίου Παύλου στο Αγιον Όρος, χωρίς αμφιβολία την πρώτη θέση καταλαμβάνουν τα Τίμια Δώρα πού προσέφεραν οι τρεις εξ Ανατολών Μάγοι στον ως Βρέφος ένανθρωπήσαντα Κύριο. Τα Δώρα αυτά ως γνωστόν είναι χρυσός, λίβανος και σμύρνα.
Ό χρυσός βρίσκεται υπό την μορφή εικοσιοκτώ επιμελώς σκαλισμένων επιπέδων πλακιδίων, ποικίλων σχημάτων (παραλληλογράμμων, τραπεζοειδών, πολυγώνων κτλ.) και διαστάσεων περίπου 5 εκ. χ 7 εκ. Κάθε πλακίδιο έχει διαφορετικό σχέδιο πολύπλοκης καλλιτεχνικής μικροεπεξεργασίας. Ό λίβανος1 και ή σμύρνα2 διατηρούνται ως μείγμα υπό την μορφή εξήντα δύο περίπου σφαιρικών χανδρών μεγέθους μικρής ελιάς.
Επειδή κυρίως ή πνευματική αλλά και ή υλική, ιστορική και αρχαιολογική αξία των Τιμίων Δώρων είναι ανυπολόγιστη, φυλάσσονται με ιδιαίτερη επιμέλεια στο θησαυροφυλάκιο της Ιεράς Μονής Αγίου Παύλου. Για λόγους ασφαλείας είναι κατανεμημένα σε διάφορες λειψανοθήκες, μόνο μέρος δε αυτών εκτίθεται εις προσκύνησιν των επισκεπτών της Ιεράς Μονής ή μεταφέρεται προς αγιασμό εκτός Αγίου Όρους στις κατά τόπους Ιερές Μητροπόλεις.
Γράφει ό Ευαγγελιστής Λουκάς για την Παναγία ότι «διετήρει πάντα τα ρήματα ταύτα εν τη καρδία αυτής» (Λουκ. β” 19, 51). Πιστεύεται δε από τους θεολόγους ερμηνευτές ότι ένα μεγάλο μέρος από αυτά τα «ρήματα», τα λόγια και τα γεγονότα δηλαδή της ζωής του Κυρίου, ή Θεοτόκος τα εκμυστηρεύθηκε στον Άγιο Απόστολο Λουκά ό όποιος και τα συμπεριέλαβε στο Ευαγγέλιο του.
Δεν χωρεί καμιά αμφιβολία ότι παράλληλα με τα άγια «ρήματα» του Κύριου, ή Υπεραγία Θεοτόκος «διετήρει» και ότι άλλο σχετικό με την επίγεια ζωή του Κυρίου, και φυσικά, και τα Τίμια Δώρα. Σύμφωνα με την ίστορικοθρησκευτική μας παράδοση, προ της Κοιμήσεως της ή Παναγία Μητέρα του Κυρίου τα παρέδωσε μαζί με τα Άγια Σπάργανα του Χριστού, την Τίμια Έσθήτα και την Αγία Ζώνη της στην Εκκλησία των Ιεροσολύμων οπού και παρέμειναν μέχρι το έτος 400 μ.Χ. περίπου.
Κατά το έτος τούτο ό αυτοκράτωρ Άρκάδιος τα μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη προς αγιασμό του λάου και προστασία και προβολή της Βασιλευούσης. Εκεί παρέμειναν μέχρι και της αλώσεως της πόλεως από τους Φράγκους το έτος 1204 μ.Χ. Στη συνέχεια μεταφέρθηκαν για λόγους ασφαλείας μαζί με αλλά ιερά κειμήλια στη Νίκαια της Βιθυνίας, προσωρινή πρωτεύουσα του Βυζαντίου, όπου καί παρέμειναν για εξήντα περίπου χρόνια.
Με την υποχώρηση των Σταυροφόρων επί αυτοκράτορος Μιχαήλ Παλαιολόγου επεστράφησαν στην Κωνσταντινούπολη μέχρι της υποδουλώσεώς της στους Τούρκους το 1453 μ.Χ. Μετά την Άλωση ή ευλαβέστατη Μάρω, χριστιανή σύζυγος του σουλτάνου Μουράτ Β” (1421-1451) καί μητρυιά του Μωάμεθ Β” του Πορθητού, τα μετέφερε αυτοπροσώπως στην Ιερά Μονή Αγίου Παύλου στο Αγιον Όρος.
Ή Μονή αυτή της ήταν γνωστή καθόσον ό πατέρας της Γεώργιος Βράγκοβιτς, δεσπότης της Σερβίας, έκτισε το καθολικό της εις τιμήν του Αγίου Μεγαλομάρτυρας Γεωργίου του Τροπαιοφόρου. Κατά την αγιορείτικη παράδοση, καθώς η Μάρω ανήρχετο από τον αρσανά (λιμάνι) στην Μονή, ή Κυρία Θεοτόκος την εμπόδισε με υπερφυσικό τρόπο να πλησίαση στη Μονή και έτσι να παραβίαση το άβατον του Αγίου Όρους. Αυτή υπήκουσε και παρέδωσε ταπεινά τα Τίμια Δώρα στους ευλαβείς μοναχούς και πατέρες, οι όποιοι και έστησαν στο σημείο εκείνο της θεομητορικής παρουσίας ένα Σταυρό πού σώζεται μέχρι σήμερα και λέγεται «Σταυρός της Βασιλίσσης». Το σουλτανικό έγγραφο με τις σχετικές πληροφορίες παραδόσεως των Τιμίων Δώρων φυλάσσεται στο αρχείο της Μονής του Αγίου Παύλου.
Ή αυθεντικότητα των Τιμίων Δώρων στηρίζεται κατά ένα μέρος στην προφορική παράδοση καί κατά το υπόλοιπο στην ιστορία. Εκείνο όμως πού ακράδαντα βεβαιώνει την αυθεντικότητα των Τιμίων Δώρων είναι ή άρρητη εύωδία πού ώρισμένα άπ” αυτά αδιαλείπτως καί ώρισμένα κατά καιρούς αναδίδουν καί ή πλούσια ιαματική καί θαυματουργική χάρις πού μέχρι τις μέρες μας αναβλύζουν.
1. κοινώς λιβάνι η λιβανωτός: αρωματική ελαιώδης ρητίνη του δένδρου βοσουελλίας της καρτερεί-ου, πού φύεται στις αμμώδεις εκτάσεις της Αραβίας, της Σομαλίας, των Ινδιών και του Λιβάνου. Χρησιμοποιήθηκε σαν θυμίαμα για κοσμική και λατρευτική χρήση από τα πανάρχαια χρόνια (Αιγύπτιοι, Βαβυλώνιοι, Εβραίοι).
2. κοινώς μύρον ή μύρρα: αρωματική υδατοδιαλυτή ρητίνη του φυτού μύρρας της κομμιοφόρου και άλλων συγγενών πού φύονται στην Αραβία και την Αιθιοπία
ΠΗΓΗ: pentapostagma
0 comments:
Post a Comment