Στον κόσμο αυτό υπάρχουν δύο είδη αγάπης: ο ένας που παίρνει και ο άλλος που δίνει. Αυτό είναι κοινό γνώρισμα σε όλα τα είδη αγάπης, και όχι μόνο στην αγάπη για τον άνθρωπο. Αγαπάμε ένα φίλο, την οικογένειά μας, τα παιδιά, την παιδεία, τις τέχνες, την Πατρίδα, τις ιδέες μας, τον εαυτό μας - ακόμα και τον Θεό - από κάθε μια αυτών των δύο απόψεων. Ακόμα και οι πιο υψηλές μορφές αγάπης, που με κοινή συμφωνία είναι οι υψηλότερες, μπορούν να έχουν αυτόν τον διττό χαρακτήρα.
Ας πάρουμε για παράδειγμα την μητρική αγάπη. Μια μητέρα μπορεί να απαρνηθεί τον εαυτό της, θα θυσιαστεί για τα παιδιά της. Και όμως, αυτό δεν δικαιολογεί την αναγνώριση ως Χριστιανική αγάπη για τα παιδιά της. Πρέπει κανείς να αναρωτηθεί: ΤΙ είναι αυτό που αγαπά σε αυτά; Πιθανόν να αγαπά τον αντικατοπτρισμό του εαυτού της, την δεύτερη νιότη της, την προέκταση του "εγώ" της μέσα σε άλλα "εγώ", τα οποία ξεχωρίζουν μέσα στον υπόλοιπο κόσμο, ως "εμείς". Πιθανόν να αγαπά την σάρκα της που βλέπει μέσα και σε αυτά, ή τα γνωρίσματα του δικού της χαρακτήρα, τους αντικατοπτρισμούς των δικών της γούστων, την συνέχιση της δικής της οικογένειας. Τότε γίνεται αβέβαιο που ακριβώς βρίσκεται η βασική διαφορά ανάμεσα στην εγωιστική αγάπη του εαυτού και η φαινομενικά θυσιαστική αγάπη για τα παιδιά μας - ανάμεσα στο "εγώ" και το "εμείς". Όλα αυτά ανέρχονται σε μια εμπαθή αγάπη των δικών μας πραγμάτων, που μας τυφλώνει την όραση, αναγκάζοντάς μας να αγνοούμε τον υπόλοιπο κόσμο - οτιδήποτε δεν είναι "δικό μας".
Μια τέτοια μητέρα θα φαντάζεται πως η αξία του δικού της παιδιού δεν συγκρίνεται με την αξία άλλων παιδιών, πως οι δικές του ατυχίες και αρρώστιες είναι πιο σοβαρές από εκείνες των άλλων, και, τελικά, πως κάποιες φορές η ευημερία και η επιτυχία των άλλων παιδιών μπορούν να θυσιαστούν για χάρη της ευημερίας και της επιτυχίας του δικού της. Θα σκέφτεται πως ολόκληρος ο κόσμος (συμπεριλαμβανομένου και του εαυτού της) καλείται να υπηρετήσει το δικό της παιδί, να το τρέφει, να ποτίζει την δίψα του, να το εκπαιδεύει, να εξομαλύνει όλα τα μονοπάτια που θα περπατήσει, να εκτρέπει όλα τα εμπόδια και όλους τους αντιπάλους. Πρόκειται για μια εμπαθή μητρική αγάπη. Πραγματικά Χριστιανική είναι μονάχα η μητρική αγάπη που βλέπει στο παιδί της μια αληθινή εικόνα του Θεού η οποία δεν είναι εγγενής μονάχα σε αυτό αλλά σε όλους τους ανθρώπους, και που της το έχουν εμπιστευτεί, ως δική της ευθύνη, ως κάτι που οφείλει να αναπτύξει και να ενδυναμώσει μέσα του την προετοιμασία για μια αναπόφευκτη ζωή μαρτυρίου στο Χριστιανικό μονοπάτι, για εκείνη την σταυρική πρόκληση που κάθε Χριστιανός έχει να αντιμετωπίσει. Μόνο μια τέτοια μητέρα αγαπά πραγματικά το παιδί της με αληθινή Χριστιανική αγάπη. Με ένα τέτοιο είδος αγάπης θα είναι πιο ευαίσθητη στις δυστυχίες των άλλων παιδιών, θα τα προσέχει περισσότερο όταν είναι παραμελημένα. Σαν αποτέλεσμα της παρουσίας της Χριστιανικής αγάπης μέσα στην καρδιά της, η σχέση της με την υπόλοιπη ανθρωπότητα θα είναι μια εν Χριστώ σχέση. Αυτό φυσικά είναι ένα πολύ εκφραστικό παράδειγμα.
Δεν μπορεί να υπάρξει αμφισβήτηση πως η αγάπη -για οτιδήποτε υπάρχει- διαιρείται σε αυτούς τους δύο τύπους. Μπορεί κανείς να αγαπά με πάθος την πατρίδα του, εργαζόμενος για να εξασφαλίσει την ένδοξη και νικηφόρα εξέλιξή της, και κατατροπώνοντας όλους τους εχθρούς της. Ή, μπορεί κανείς να την αγαπά με Χριστιανικό τρόπο, εργαζόμενος ώστε να αποκαλύπτεται όλο και περισσότερο καθαρά το πρόσωπο της αλήθειας του Χριστού μέσα σε αυτήν. Μπορεί κανείς να αγαπά με πάθος την γνώση και την τέχνη, επιζητώντας να εκφράσει, να επιδείξει τον εαυτό του μέσα σε αυτά. Ή, μπορεί να τα αγαπά, διατηρώντας την επίγνωση της υπηρεσίας του μέσω αυτών, της ευθύνης του να αξιοποιεί τα δώρα του Θεού στις σφαίρες αυτές. Μπορεί κανείς επίσης να αγαπά την ιδέα της ζωής του, μόνο και μόνο επειδή είναι δική του - και να την τοποθετεί με ζήλεια και ζήλο πάνω από όλες τις άλλες ιδέες. Ή, μπορεί να διακρίνει σε αυτήν επίσης ένα δώρο του Θεού που του έχει δοθεί για να υπηρετήσει την αιώνια αλήθειά Του κατά την διάρκεια του μονοπατιού του επί της γης. Μπορεί κανείς να αγαπά την ίδια τη ζωή με πάθος και θυσιαστικά. Ακόμα μπορεί κανείς να ταυτιστεί με τον θάνατο με δύο διαφορετικούς τρόπους. Και μπορεί να απευθύνει δύο είδη αγάπης προς τον Θεό. Το ένα είδος θα Τον βλέπει σαν τον ουράνιο προστάτη των επίγειων παθών και επιθυμιών "μου" ή "μας". Ένα άλλο είδος αγάπης όμως θα καταθέσει ταπεινά και θυσιαστικά την μικρούλα ανθρώπινη ψυχή στα χέρια Του. Και με εξαίρεση το όνομά τους - αγάπη - αυτές οι δύο μορφές της δεν θα έχουν τίποτε το κοινό.
Κάτω από το φως μια τέτοιας Χριστιανικής αγάπης, ποια θα έπρεπε να είναι η ασκητική προσπάθεια του ανθρώπου; Ποιος είναι ο αληθινός ασκητισμός, του οποίου η ύπαρξη αναπόφευκτα εξαρτάται από την ύπαρξη πνευματικής ζωής; Το κριτήριό του είναι η αυτοαπαρνούμενη αγάπη για τον Θεό και τον συνάνθρωπο, Άλλα ένας ασκητισμός που τοποθετεί την ψυχή του ιδίου στο κέντρο των πάντων, που επιζητεί την δική της σωτηρία, απομονώνοντάς την από τον κόσμο και περιορισμένη στα δικά της στενά περιθώρια, πλησιάζει πολύ στο να μοιάζει με πνευματικό εγωκεντρισμό και με τον φόβο διάλυσης ή με σπατάλη των ενεργειών μας, παρ' ότι είναι για χάρη της αγάπης: αυτό, δεν είναι Χριστιανικός ασκητισμός.
Ποιο είναι το κριτήριο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει και να μετρήσει τα διάφορα μονοπάτια της ανθρώπινης ζωής; Ποια είναι τα πρότυπά τους, τα πρωταρχικά τους σύμβολα, τα όριά τους; Είναι το μονοπάτι του Θεανθρωπισμού - το μονοπάτι του Χριστού επί της γης, Ο Λόγος σαρξ εγένετο, ο Θεός ενσαρκώθηκε, γεννήθηκε, μέσα σε σταύλο στην Βηθλεέμ. Αυτό από μόνο του θα πρέπει να μας είναι πλήρως αρκετό, για να μιλούμε για την απεριόριστη, θυσιαστική, αυτοαπαρνούμενη και αυτοταπεινούμενη αγάπη του Χριστού. Όλα τα υπόλοιπα ενυπάρχουν σε αυτό. Ο Υιος του Ανθρώπου έκλινε ολόκληρο τον Εαυτό Του - ολόκληρη την θεϊκή Του Φύση και ολόκληρη την θεϊκή Του Υπόσταση - κάτω από τους θόλους εκείνου του σπηλαίου στην Βηθλεέμ. Δεν είναι δύο οι Θεοί, ούτε είναι δύο οι Χριστοί: ο Ένας που ζει στην μακαριότητα, στους κόλπους της Αγίας Τριάδος, και Ένας άλλος, που έλαβε δούλου μορφή. Ο Μονογενής Υιος του Θεού, ο Λόγος έγινε άνθρωπος, κλίνοντας τον Εαυτόν Του στο επίπεδο της ανθρωπότητας. Το μονοπάτι της μετέπειτα ζωής Του - οι διδασκαλίες, τα θαύματα, οι προφητείες, οι θεραπείες, η καρτερία Του στην πείνα και την δίψα, μέχρι και την δίκη Του ενώπιον του Πιλάτου, ο δρόμος του Σταυρού και μετά προς τον Γολγοθά και τον θάνατο - όλα αυτά είναι το μονοπάτι της ταπεινωμένης Του ανθρωπότητας, και μαζί Του, το μονοπάτι της συγκατάβασης του Θεού προς την ανθρωπότητα.
Πώς ήταν η αγάπη του Χριστού; Παρακράτησε κάτι; Παρατηρούσε, ή μήπως μετρούσε τα πνευματικά της χαρίσματα; Μετάνοιωσε για κάποιο πράγμα; Πού επέδειξε τσιγκουνιά; Η ανθρωπότητα του Χριστού δέχθηκε φτυσίματα, ραπίσματα, σταύρωση. Η θεότητα του Χριστού ήταν πλήρως ένσαρκη, έως το τέλος, μέσα στην φτυσμένη, δαρμένη, ταπεινωμένη και σταυρωμένη ανθρωπότητά Του. Ο Σταυρός - το εργαλείο ενός αισχρού θανάτου - έγινε για τον κόσμο το σύμβολο της αυτοαπαρνούμενης αγάπης. Και δεν υπήρξε τόπος η στιγμή - ούτε από την Βηθλεέμ ως τον Γολγοθά, ούτε σε κηρύγματα ή παραβολές ή στα θαύματα που είχε κάνει - που ο Χριστός να είχε δώσει την παραμικρή αφορμή να νομισθεί πως δεν θυσίαζε ολόκληρο τον Εαυτόν Του και ολοκληρωτικά, για την σωτηρία του κόσμου, ή πως είχε κρατήσει κάτι μέσα Του, κάποιο "άγιο των αγίων" που δεν ήθελε να προσφέρει ή που δεν θα έπρεπε να είχε προσφέρει. Προσέφερε τα δικά Του "άγια των αγίων", την θεότητά Του, για τις αμαρτίες του κόσμου, και εδώ ακριβώς βρίσκεται η θεϊκή και τέλεια αγάπη, σε όλη της την πληρότητα.
Αυτό είναι το μόνο συμπέρασμα που μπορούμε να βγάλουμε, από ολόκληρη την επίγεια προσφορά του Χριστού. Μήπως όμως η δύναμη της θεϊκής αγάπης είναι τέτοια επειδή ο Θεός, αν και προσφέρει τον Εαυτόν Του, παραμένει Θεός - δηλαδή, δεν κενώνεται, δεν χάνεται μέσα από αυτή την φοβερή, θυσιαστική αυτο-κένωση;
Η ανθρώπινη αγάπη δεν μπορεί να ορισθεί πλήρως - βάσει των νόμων της θείας αγάπης - διότι στο μονοπάτι αυτό, ο άνθρωπος μπορεί να ερημώσει τον εαυτό του και να χάσει από τα μάτια του εκείνο που είναι απαραίτητο: την σωτηρία της ψυχής του. Εδώ όμως, χρειάζεται να δώσουμε προσοχή μονάχα σε ότι μας δίδαξε ο Χριστός. Είπε: "Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτόν του και να σηκώσει τον σταυρό του." Η αυταπάρνηση είναι η ουσία, και χωρίς αυτήν δεν μπορεί κανείς να Τον ακολουθήσει, χωρίς αυτήν δεν υπάρχει Χριστιανισμός. Μην κρατάς τίποτε για τον εαυτό σου. Παραμέρισε, όχι μόνο τον υλικό πλούτο αλλά και τον πνευματικό, μεταβάλλοντας τα πάντα σε αγάπη Χριστού, σηκώνοντάς το αυτό σαν σταυρό σου. Επίσης είπε - όχι περί του Εαυτού Του, και όχι περί της τέλειας αγάπης Του, αλλά περί της αγάπης που μπορεί να προσλάβει η ανθρώπινη ατέλεια - τα εξής: "3 μείζονα ταύτης αγάπην ουδείς έχει, ίνα τις την ψυχήν (ερμηνεύεται και ως "ζωή") αυτού θή υπέρ των φίλων αυτού" (Ιωανν.15:13. Πόσο μίζερο και άπληστο είναι, να κατανοείται η λέξη "ψυχή" εδώ ως "ζωή". Ο Χριστός εδώ μιλά ακριβώς για την ψυχή, για την παράδοση του έσω κόσμου, για την απόλυτη και ανεπιφύλακτη αυτοθυσία ως το ύψιστο παράδειγμα της αγάπης που είναι υποχρεωτική για τους Χριστιανούς. Και εδώ, πάλι, δεν υπάρχει χώρος για να μεριμνούμε για τους δικούς μας πνευματικούς θησαυρούς. Εδώ παραδίδονται τα πάντα.
Οι μαθητές του Χριστού το ακολούθησαν το μονοπάτι Του. Αυτό γίνεται σαφές, στην σχεδόν παράδοξη δήλωση του Αποστόλου Παύλου: "ηυχόμην γαρ αυτός εγώ ανάθεμα είναι από του Χριστού υπέρ των αδελφών μου, των συγγενών μου κατά σάρκα..." (Ρωμ.9:3). Και το είπε αυτό, έχοντας δηλώσει ο ίδιος πως: "ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός" (Γαλ. 2:20). Για τον Παύλο, μια τέτοια απομάκρυνση από τον Χριστό είναι απομάκρυνση από την ζωή, όχι μόνο με την παροδική, κοσμική έννοια της λέξης, αλλά από την αιώνια και άφθαρτη ζωή του μέλλοντος αιώνος.
Τα παραδείγματα αυτά αρκούν, για να μας γνωστοποιήσουν που μας οδηγεί ο Χριστιανισμός. Εδώ πραγματικά δεν επιζητεί η αγάπη "τα εαυτής", ακόμα και αν πρόκειται για την σωτηρία της ψυχής μας. Μια τέτοια αγάπη μας τα παίρνει όλα, μας στερεί τα πάντα, σχεδόν σαν να μας εξολοθρεύει. Και που μας οδηγεί; Στην πνευματική πτωχεία. Στους Μακαρισμούς δίνεται η υπόσχεση για ουράνια μακαριότητα, σε αντάλλαγμα του να είμαστε φτωχοί με το πνεύμα μας: "Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών εστί η βασιλεία των ουρανών". Αυτή η αρχή έχει τόσο πολύ αποστασιοποιηθεί από την ανθρώπινη κατανόηση, που ορισμένοι άνθρωποι προσπαθούν να διαβάσουν την λέξη "πνεύμα" σαν μια κατοπινή παρεμβολή, και τα εξηγούν τα λόγια αυτά σαν μια κλήση για υλική ακτημοσύνη και απόρριψη γήινου πλούτου, ενώ άλλοι παρά τρίχα πέφτουν στον φανατισμό να τα εκλαμβάνουν ως κάλεσμα για πνευματική ακτημοσύνη, την απόρριψη της σκέψης και του οποιουδήποτε διανοητικού περιεχομένου. Και όμως, πόσο απλά και ξεκάθαρα μπορούν να ερμηνευτούν αυτά τα λόγια, σε συνάφεια με άλλα Ευαγγελικά κείμενα. Ο άνθρωπος που είναι "πτωχός τω πνεύματι" είναι εκείνος που καταθέτει την ψυχή του για τους φίλους, προσφέροντας αυτό το πνεύμα εξ αγάπης, χωρίς να παρακρατεί τον πνευματικό του πλούτο.
Εδώ γίνεται προφανής η σημασία του μοναχικού όρκου περί αποταγής. Φυσικά δεν αναφέρεται στην υλική αποταγή ή σε μια στοιχειώδη απουσία απληστίας. Εδώ πρόκειται για πνευματική αποταγή.
Ποιο είναι το αντίθετο αυτού; Ποια πάθη αντιστοιχούν στην αρετή της αποταγής; Δύο υπάρχουν, και στην πραγματικότητα συχνά τις συγχέουμε: την τσιγκουνιά και την απληστία. Μπορεί κανείς να είναι άπληστος αλλά ταυτόχρονα να μην είναι τσιγκούνης, μάλιστα μπορεί να είναι και άσωτος. Μπορεί επίσης κανείς να είναι τσιγκούνης αλλά να μην έχει μια άπληστη επιθυμία να αποκτήσει κάτι που δεν είναι δικό του. Και οι δυο περιπτώσεις είναι απαράδεκτες. Και αν είναι απαράδεκτες στον υλικό κόσμο, είναι ακόμα περισσότερο απαράδεκτες στην πνευματική σφαίρα.
Η αποταγή μας διδάσκει, όχι μόνο πως πρέπει να μην επιζητούμε άπληστα κάποια πλεονεκτήματα για την ψυχή μας, αλλά πως δεν πρέπει να είμαστε και τσιγκούνηδες με την ψυχή μας˙ πως πρέπει να σπαταλάμε την ψυχή μας αγαπώντας, πως πρέπει να αποκτήσουμε γύμνια πνευματικά, πως πνευματικά πρέπει να απογυμνωθούμε εντελώς. Δεν θα πρέπει να έχουμε τίποτε τόσο ιερό η πολύτιμο, που δεν θα ήμασταν πρόθυμοι να το αποχωριστούμε εν ονόματι της αγάπης του Χριστού, σε αυτούς που το έχουν ανάγκη.
Η πνευματική αποταγή είναι ο τρόπος του άγιου σαλού. Είναι η σαλότητα, η εν Χριστώ σαλότητα. Είναι το αντίθετο της σοφίας του αιώνος τούτου. Είναι η μακαριότητα εκείνων που είναι πτωχοί τω πνεύματι. Είναι τα εξώτερα όρια της αγάπης, η θυσία της ίδια της ψυχής μας. Είναι ο χωρισμός μας από τον Χριστό εν ονόματι των αδελφών μας. Είναι η απάρνηση του εαυτού μας. Και αυτό είναι το αληθινό μονοπάτι που μας διδάσκεται με κάθε λόγο και κάθε φράση των Ευαγγελίων.
Πώς συμβαίνει, η σοφία του κόσμου αυτού όχι μόνο έρχεται σε αντίθεση με την εντολή αυτή του Χριστού, αλλά απλώς αποτυγχάνει να την κατανοήσει; Είναι επειδή ο κόσμος ανέκαθεν έζησε προσαρμόζοντας τον εαυτό του στους νόμους της υλικής φύσης και είχε την τάση να μεταφέρει αυτούς τους νόμους και στην σφαίρα της πνευματικής φύσης. Σύμφωνα με τους νόμους της ύλης, πρέπει να δεχθώ πως, αν χαρίσω ένα κομμάτι ψωμί, τότε φτωχαίνω κατά ένα κομμάτι ψωμί. Αν χαρίσω ένα ποσό χρηματικό, τότε έχω μειώσει τα διαθέσιμά μου κατά το ποσό εκείνο. Κατ' επέκταση αυτού του νόμου, ο κόσμος νομίζει πως αν χαρίσω την αγάπη μου, θα είμαι φτωχότερος κατά την ποσότητα εκείνης της αγάπης, και αν χαρίσω την ψυχή μου, τότε θα έχω εντελώς καταστραφεί, διότι δεν θα έχει μείνει τίποτε από μένα για σώσιμο.
Στον τομέα όμως αυτόν, οι νόμοι της πνευματικής ζωής είναι ακριβώς το αντίθετο από τους νόμους του υλικού κόσμου. Σύμφωνα με τον πνευματικό νόμο, κάθε πνευματικός θησαυρός που χαρίζεται, όχι μόνο επιστρέφει στον δότη σαν ένα ολόκληρο και απείραχτο ρούβλι που δίνεται σε ένα ζητιάνο, αλλά αυξάνει και γίνεται ακόμα πιο πολύτιμος. Αυτός που δίνει, παίρνει. Και αυτός που φτωχαίνει, γίνεται πλούσιος. Χαρίζουμε τα ανθρώπινα πλούτη μας και λαμβάνουμε πολύ μεγαλύτερα δώρα από τον Θεό, ενώ αυτός που χαρίζει την ανθρώπινη ψυχή του, λαμβάνει ως αντάλλαγμα την αιώνια μακαριότητα, το θεϊκό δώρο της απόκτησης της ουράνιας βασιλείας. Πώς το λαμβάνει αυτό το δώρο; Απουσιάζοντας από τον Χριστό, σε μια πράξη υπέρτατης αυταπάρνησης και αγάπης, προσφέρει τον εαυτό του σε άλλους. Αν είναι όντως μια πράξη Χριστιανικής αγάπης, αν αυτή η αυταπάρνηση είναι γνήσια, τότε θα συναντήσει τον Ίδιον τον Χριστό, πρόσωπο με πρόσωπο, σε εκείνον που θα προσφέρει τον εαυτό του. Και, κοινωνώντας με αυτόν, κοινωνεί με τον Ίδιον τον Χριστό. Αποκτά ξανά εκείνο που εγκατέλειψε, εν αγάπη, και σε μια αληθινή κοινωνία με τον Θεό. Κατ' αυτόν τον τρόπο το μυστήριο της ένωσης με τον άνθρωπο γίνεται το μυστήριο της ένωσης του ανθρώπου με τον Θεό. Ό,τι χαρίστηκε, επιστρέφει, διότι η αγάπη που εκχέεται, ποτέ δεν λιγοστεύει την πηγή εκείνης της αγάπης, διότι η πηγή της αγάπης μέσα στην καρδιά μας είναι η Ίδια η Αγάπη. Είναι ο Χριστός.
Δεν μιλούμε εδώ για καλές πράξεις, ούτε για εκείνη την αγάπη που μετράει και μοιράζει με μέτρο τις δυνατότητές της, που χαρίζει τους τόκους αλλά κρατάει το κεφάλαιο. Εδώ μιλούμε για ένα γνήσιο στράγγισμα του εαυτού, σε μερική μίμηση της αυτο-κένωσης του Χριστού όταν ενσαρκώθηκε μέσα στην ανθρωπότητα. Κατά τον ίδιο τρόπο οφείλουμε να κενώσουμε και τον εαυτό μας εντελώς, ενσαρκώνοντάς τον κατά κάποιο τρόπο σε μια άλλη ανθρώπινη ψυχή, προσφέροντάς της όλη την δύναμη της θεϊκής εικόνας που βρίσκεται εντός μας.
Αυτό - και μόνο αυτό - ήταν που απορρίφθηκε από την σοφία του κόσμου, σαν μια παράβαση των νόμων της. Αυτό είναι που έκανε τον Σταυρό το σύμβολο θεϊκής αγάπης: Ιουδαίοις μεν σκάνδαλον, Έλλησι δε μωρίαν, παρ' ότι για μας είναι η μόνη οδός προς την σωτηρία. Δεν υπάρχει - ούτε μπορεί να υπάρξει - αμφιβολία πως δίνοντας τον εαυτό μας με αγάπη - στον φτωχό, στον άρρωστο, στον φυλακισμένο - θα δούμε μέσα τους τον Ίδιο τον Χριστό, πρόσωπο με πρόσωπο. Μας το είχε πει ο Ίδιος, όταν μίλησε για την Τελευταία Κρίση και πως θα καλέσει ορισμένους στην αιώνια ζωή επειδή Του έδειξαν αγάπη στο πρόσωπο του κάθε δυστυχισμένου και εξαθλιωμένου ανθρώπου, ενώ άλλους θα τους διώξει μακρυά Του επειδή η καρδιά τους ήταν χωρίς αγάπη, επειδή δεν Τον βοήθησαν, στα πρόσωπα των πασχόντων αδελφών Του, μέσα στα οποία είχε φανερωθεί σε αυτούς. Αν έχουμε αμφιβολίες για αυτά, βασιζόμενοι στην ανεπιτυχή εμπειρία της καθημερινότητας μας, τότε εμείς οι ίδιοι είμαστε η μόνη αιτία για τις αμφιβολίες αυτές: οι καρδιές μας που δεν περιέχουν αγάπη, οι τσιγκούνικες ψυχές μας, η ατελέσφορη θέλησή μας, η έλλειψη πίστεως στην βοήθεια του Χριστού. Πρέπει κανείς να είναι ένας "δια Χριστόν σαλός" για να περπατήσει αυτό το μονοπάτι ως το τέλος του - και στο τέλος του, ξανά και ξανά, να συναντά τον Χριστό. Αυτό και μόνο είναι το υπέρτατο Χριστιανικό κάλεσμα για μας.
Και αυτό είναι - πιστεύω - ο ευαγγελικός τύπος ευσέβειας. Θα ήταν όμως λάθος να νομίζουμε πως αυτό μας αποκαλύφθηκε άπαξ και δια παντός μέσα στα τέσσερα Ευαγγέλια και πως διευκρινίσθηκε μέσα στις Επιστολές. Συνεχώς αποκαλύπτεται, και η παρουσία του στον κόσμο είναι συνεχής. Επίσης επιτυγχάνεται συνεχώς μέσα στον κόσμο, και η μορφή της επίτευξής του είναι η Θεία Ευχαριστία, ο πιο πολύτιμος θησαυρός της Εκκλησίας, και η πρωταρχική Της δραστηριότητα μέσα στον κόσμο. Η Ευχαριστία είναι το μυστήριο της θυσιαστικής αγάπης. Εκεί μέσα βρίσκεται ολόκληρο το νόημά της, όλος ο συμβολισμός της, όλη η δύναμή της. Σε αυτήν, ο Χριστός ξανά και ξανά θυσιάζεται εθελοντικά για τις αμαρτίες του κόσμου. Ξανά και ξανά, τις σηκώνει τις αμαρτίες του κόσμου επάνω στο Σταυρό. Και προσφέρει τον Εαυτόν Του - το Σώμα Του και το Αίμα Του - για την σωτηρία του κόσμου. Με το να προσφέρει τον Εαυτόν Του ως τροφή για τον κόσμο, με το να παρέχει την κοινωνία εν τω Σώματι και τω Αίματί Του, ο Χριστός όχι μόνο σώζει τον κόσμο με την θυσία Του, αλλά "χριστοποιεί" κάθε άνθρωπο, και τον ενώνει με την δική Του αυτο-θυσιαστική αγάπη για τον κόσμο. Παίρνει σάρκα από τον κόσμο, την θεώνει αυτή την ανθρώπινη σάρκα, την παραδίδει για την σωτηρία του κόσμου και τον ενώνει τον κόσμο ξανά με αυτή την θυσιασμένη σάρκα- και για την σωτηρία της, και για την συμμετοχή της σε αυτή την θυσιαστική προσφορά. Μαζί με τον Εαυτόν Του - εν Εαυτώ - ο Χριστός επίσης προσφέρει στον κόσμο μια θυσία για την εξαγορά των αμαρτιών μας, σαν να απαιτεί αυτή την θυσία αγάπης από τον κόσμο ως το μοναδικό μονοπάτι προς την ένωση μαζί Του, δηλαδή, προς την σωτηρία. Υψώνει και τον κόσμο επάνω στον Σταυρό, κάνοντάς τον συμμέτοχο στον θάνατό Του και την δόξα Του.
Πόσο βαθειά αντηχούν τα λόγια αυτά της Ευχαριστίας: "Τα Σα εκ των Σων, Σοι προσφέρομεν, κατά πάντα και δια πάντα". Εδώ, η Ευχαριστία είναι το Ευαγγέλιο εν κινήσει. Είναι η αεί υπάρχουσα και αεί τελεσθείσα θυσία του Χριστού και των Χριστο-ειδών ανθρωπίνων όντων για τις αμαρτίες του κόσμου. Δια της Ευχαριστίας η γήινη σάρκα θεούται, και θεωμένη πλέον, ξανα-έρχεται σε κοινωνία με την γήινη σάρκα. Κατά αυτή την έννοια, η Ευχαριστία είναι η αληθινή κοινωνία με το θείο. Και δεν είναι παράξενο, που εν αυτή, το μονοπάτι προς την κοινωνία με το θείο είναι τόσο στενά συνδεδεμένη με την κοινωνία μεταξύ μας. Υπονοεί συγκατάθεση στην προτροπή: "Αγαπήσωμεν αλλήλους, ίνα εν ομονοία ομολογήσωμεν Πατέραν, Υιόν, και Άγιον Πνεύμα, Τριάδα ομοούσιον και αχώριστον".
Η Ευχαριστία χρειάζεται την σάρκα αυτού του κόσμου, ως "ύλη" του Μυστηρίου. Μας αποκαλύπτει την θυσία του Χριστού ως θυσία για λογαριασμό της ανθρωπότητας, δηλαδή, ως την ένωσή Του με την ανθρωπότητα. Μας κάνει "χριστούς", με το να επαναλαμβάνει ξανά και ξανά το μέγα μυστήριο της συνάντησης του Θεού με τον άνθρωπο, ξανά και ξανά κάνοντας τον Θεό ένσαρκο, με ανθρώπινη σάρκα. Και όλα αυτά επιτυγχάνονται, εν ονόματι της θυσιαστικής αγάπης για την ανθρωπότητα.
Αλλά, αν στο κέντρο της ζωής της Εκκλησίας υπάρχει αυτή η θυσιαστική, αυτο-προσφερόμενη ευχαριστιακή αγάπη, τότε που είναι τα όρια της Εκκλησίας; Που βρίσκεται η περιφέρεια αυτού του κέντρου; Εδώ μπορούμε να μιλούμε για ολόκληρη την Χριστιανοσύνη ως μια αιώνια προσφορά της Θείας Λειτουργίας πέραν των τειχών των εκκλησιών. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει πως πρέπει να προσφέρουμε την αναίμακτο θυσία, την θυσία της αυτο-παραδιδόμενης αγάπης, όχι σε ένα συγκεκριμένο χώρο, επάνω στον βωμό μιας συγκεκριμένης εκκλησίας: ο κόσμος ολόκληρος γίνεται ο ένας βωμός της μίας εκκλησίας, και για την Λειτουργία αυτή, πρέπει να προσφέρουμε την καρδιά μας, σαν άρτο και οίνο, προκειμένου να μεταβληθούν σε αγάπη Χριστού, προκειμένου Εκείνος να γεννηθεί μέσα σε αυτές, ώστε να γίνουν "Θεανθρώπινες" καρδιές, και Εκείνος να τις προσφέρει ως τροφή για τον κόσμο, ώστε να φέρει ολόκληρο τον κόσμο σε κοινωνία με αυτές τις καρδιές μας που έχουν γίνει προσφορά, ώστε με αυτό τον τρόπο να γίνουμε ένα με Αυτόν, όχι για να ζήσουμε εκ νέου, αλλά για να ζήσει μέσα μας ο Χριστός, γενόμενος ένσαρκος στην δική μας σάρκα, προσφέροντας την δική μας σάρκα επάνω στον Σταυρό του Γολγοθά, ανασταίνοντας την δική μας σάρκα, προσφέροντάς την ως θυσία αγάπης για τις αμαρτίες του κόσμου, και δεχόμενος αυτήν ως θυσία αγάπης προς Αυτόν. Τότε πραγματικά θα είναι ο Χριστός πάντοτε, και εν παντί.
Εδώ βλέπουμε πόσο αμέτρητη είναι η Χριστιανική αγάπη. Εδώ είναι η μόνη οδός προς την Χριστοποίηση, η μόνη οδός που μας αποκαλύπτει το Ευαγγέλιο. Τι σημαίνουν όλα αυτά, με την κοσμική, συμπαγή έννοια; Πώς γίνεται να φανερωθεί στην κάθε ανθρώπινη συναναστροφή, ώστε κάθε συναναστροφή μπορεί να είναι μια αληθινή και γνήσια κοινωνία με τον Θεό, μέσω της κοινωνίας με τον άνθρωπο; Σημαίνει πως κάθε φορά, πρέπει κανείς να παραδίδει την ψυχή του στον Χριστό, προκειμένου να την προσφέρει ως θυσία για την σωτηρία εκείνου του συγκεκριμένου ατόμου. Σημαίνει να ενωθώ με εκείνο το πρόσωπο στην εν Χριστώ θυσία, σαν σάρκα Χριστού. Αυτή είναι η μόνη εντολή που έχουμε λάβει μέσω της διδασκαλίας του Χριστού, και που επιβεβαιώνεται κάθε μέρα κατά την τέλεση της Ευχαριστίας. Τέτοιο είναι το μόνο αληθινό μονοπάτι που μπορεί ένας Χριστιανός να ακολουθήσει. Στο φως αυτού του μονοπατιού, όλα τα άλλα γίνονται θαμπά και θολά. Δεν πρέπει όμως να κρίνουμε εκείνους που ακολουθούν τα κατεστημένα, μη-θυσιαστικά μονοπάτια - μονοπάτια που δεν απαιτούν την αυτο-παράδοση, μονοπάτια που δεν αποκαλύπτουν ολόκληρο το μυστήριο της αγάπης. Ούτε, από την άλλη, επιτρέπεται να σιωπούμε για αυτά. Ίσως στο παρελθόν να ήταν δυνατόν, αλλά όχι σήμερα.
Έρχονται τόσο τρομεροί καιροί. Ο κόσμος είναι τόσο εξαντλημένος από τις ουλές και τις πληγές του. Κράζει από τα κατάβαθα της ψυχής του προς τον Χριστιανισμό. Αλλά ταυτόχρονα είναι τόσο απομακρυσμένος από τον Χριστιανισμό, που ο Χριστιανισμός δεν μπορεί, δεν τολμά καν να δείξει μια παραμορφωμένη, μειωμένη και σκοτεινιασμένη εικόνα του εαυτού του. Ο Χριστιανισμός πρέπει να καψαλίσει τον κόσμο με το πυρ της Χριστιανικής αγάπης. Ο Χριστιανισμός πρέπει να ανέβει στον Σταυρό εκ μέρους του κόσμου. Πρέπει να ενσαρκώσει τον Ίδιο τον Χριστό μέσα στον κόσμο. Ακόμα και αν αυτός ο Σταυρός, ο αιωνίως υψούμενος ξανά και ξανά, είναι μωρία και για τους νέους Έλληνές μας και σκάνδαλο για τους νέους Ιουδαίους μας, για μας θα συνεχίζει να είναι "αυτοίς δε τοις κλητοίς, Ιουδαίοις τε και Ελλησι, Χριστόν Θεού δύναμιν και Θεού σοφίαν" (Α' Κορ.1:24).
Εμείς, που καλούμεθα να είμαστε "πτωχοί τω πνεύματι", να είμαστε "δια Χριστόν σαλοί", που καλούμεθα σε διωγμό και κακοποίηση - γνωρίζουμε πως αυτό είναι το μόνο κάλεσμα που μας έχει δοθεί από τον διωχθέντα, κακοποιημένο, περιφρονημένο και ταπεινωμένο Χριστό. Και δεν πιστεύουμε μόνο στην Γη της Επαγγελίας και την μέλλουσα μακαριότητα, διότι: και τώρα, αυτή τη στιγμή, στη μέση αυτού του κατηφούς και απελπισμένου κόσμου, ήδη γευόμαστε αυτήν την μακαριότητα, όποτε - με την βοήθεια του Θεού και κατά την εντολή Του - απαρνιόμαστε τον εαυτό μας, όποτε έχουμε την δύναμη να προσφέρουμε την ψυχή μας για τους γέιτονές μας, όποτε, εν αγάπη, δεν επιδιώκουμε ο,τιδήποτε για τον εαυτό μας.
Ας πάρουμε για παράδειγμα την μητρική αγάπη. Μια μητέρα μπορεί να απαρνηθεί τον εαυτό της, θα θυσιαστεί για τα παιδιά της. Και όμως, αυτό δεν δικαιολογεί την αναγνώριση ως Χριστιανική αγάπη για τα παιδιά της. Πρέπει κανείς να αναρωτηθεί: ΤΙ είναι αυτό που αγαπά σε αυτά; Πιθανόν να αγαπά τον αντικατοπτρισμό του εαυτού της, την δεύτερη νιότη της, την προέκταση του "εγώ" της μέσα σε άλλα "εγώ", τα οποία ξεχωρίζουν μέσα στον υπόλοιπο κόσμο, ως "εμείς". Πιθανόν να αγαπά την σάρκα της που βλέπει μέσα και σε αυτά, ή τα γνωρίσματα του δικού της χαρακτήρα, τους αντικατοπτρισμούς των δικών της γούστων, την συνέχιση της δικής της οικογένειας. Τότε γίνεται αβέβαιο που ακριβώς βρίσκεται η βασική διαφορά ανάμεσα στην εγωιστική αγάπη του εαυτού και η φαινομενικά θυσιαστική αγάπη για τα παιδιά μας - ανάμεσα στο "εγώ" και το "εμείς". Όλα αυτά ανέρχονται σε μια εμπαθή αγάπη των δικών μας πραγμάτων, που μας τυφλώνει την όραση, αναγκάζοντάς μας να αγνοούμε τον υπόλοιπο κόσμο - οτιδήποτε δεν είναι "δικό μας".
Μια τέτοια μητέρα θα φαντάζεται πως η αξία του δικού της παιδιού δεν συγκρίνεται με την αξία άλλων παιδιών, πως οι δικές του ατυχίες και αρρώστιες είναι πιο σοβαρές από εκείνες των άλλων, και, τελικά, πως κάποιες φορές η ευημερία και η επιτυχία των άλλων παιδιών μπορούν να θυσιαστούν για χάρη της ευημερίας και της επιτυχίας του δικού της. Θα σκέφτεται πως ολόκληρος ο κόσμος (συμπεριλαμβανομένου και του εαυτού της) καλείται να υπηρετήσει το δικό της παιδί, να το τρέφει, να ποτίζει την δίψα του, να το εκπαιδεύει, να εξομαλύνει όλα τα μονοπάτια που θα περπατήσει, να εκτρέπει όλα τα εμπόδια και όλους τους αντιπάλους. Πρόκειται για μια εμπαθή μητρική αγάπη. Πραγματικά Χριστιανική είναι μονάχα η μητρική αγάπη που βλέπει στο παιδί της μια αληθινή εικόνα του Θεού η οποία δεν είναι εγγενής μονάχα σε αυτό αλλά σε όλους τους ανθρώπους, και που της το έχουν εμπιστευτεί, ως δική της ευθύνη, ως κάτι που οφείλει να αναπτύξει και να ενδυναμώσει μέσα του την προετοιμασία για μια αναπόφευκτη ζωή μαρτυρίου στο Χριστιανικό μονοπάτι, για εκείνη την σταυρική πρόκληση που κάθε Χριστιανός έχει να αντιμετωπίσει. Μόνο μια τέτοια μητέρα αγαπά πραγματικά το παιδί της με αληθινή Χριστιανική αγάπη. Με ένα τέτοιο είδος αγάπης θα είναι πιο ευαίσθητη στις δυστυχίες των άλλων παιδιών, θα τα προσέχει περισσότερο όταν είναι παραμελημένα. Σαν αποτέλεσμα της παρουσίας της Χριστιανικής αγάπης μέσα στην καρδιά της, η σχέση της με την υπόλοιπη ανθρωπότητα θα είναι μια εν Χριστώ σχέση. Αυτό φυσικά είναι ένα πολύ εκφραστικό παράδειγμα.
Δεν μπορεί να υπάρξει αμφισβήτηση πως η αγάπη -για οτιδήποτε υπάρχει- διαιρείται σε αυτούς τους δύο τύπους. Μπορεί κανείς να αγαπά με πάθος την πατρίδα του, εργαζόμενος για να εξασφαλίσει την ένδοξη και νικηφόρα εξέλιξή της, και κατατροπώνοντας όλους τους εχθρούς της. Ή, μπορεί κανείς να την αγαπά με Χριστιανικό τρόπο, εργαζόμενος ώστε να αποκαλύπτεται όλο και περισσότερο καθαρά το πρόσωπο της αλήθειας του Χριστού μέσα σε αυτήν. Μπορεί κανείς να αγαπά με πάθος την γνώση και την τέχνη, επιζητώντας να εκφράσει, να επιδείξει τον εαυτό του μέσα σε αυτά. Ή, μπορεί να τα αγαπά, διατηρώντας την επίγνωση της υπηρεσίας του μέσω αυτών, της ευθύνης του να αξιοποιεί τα δώρα του Θεού στις σφαίρες αυτές. Μπορεί κανείς επίσης να αγαπά την ιδέα της ζωής του, μόνο και μόνο επειδή είναι δική του - και να την τοποθετεί με ζήλεια και ζήλο πάνω από όλες τις άλλες ιδέες. Ή, μπορεί να διακρίνει σε αυτήν επίσης ένα δώρο του Θεού που του έχει δοθεί για να υπηρετήσει την αιώνια αλήθειά Του κατά την διάρκεια του μονοπατιού του επί της γης. Μπορεί κανείς να αγαπά την ίδια τη ζωή με πάθος και θυσιαστικά. Ακόμα μπορεί κανείς να ταυτιστεί με τον θάνατο με δύο διαφορετικούς τρόπους. Και μπορεί να απευθύνει δύο είδη αγάπης προς τον Θεό. Το ένα είδος θα Τον βλέπει σαν τον ουράνιο προστάτη των επίγειων παθών και επιθυμιών "μου" ή "μας". Ένα άλλο είδος αγάπης όμως θα καταθέσει ταπεινά και θυσιαστικά την μικρούλα ανθρώπινη ψυχή στα χέρια Του. Και με εξαίρεση το όνομά τους - αγάπη - αυτές οι δύο μορφές της δεν θα έχουν τίποτε το κοινό.
Κάτω από το φως μια τέτοιας Χριστιανικής αγάπης, ποια θα έπρεπε να είναι η ασκητική προσπάθεια του ανθρώπου; Ποιος είναι ο αληθινός ασκητισμός, του οποίου η ύπαρξη αναπόφευκτα εξαρτάται από την ύπαρξη πνευματικής ζωής; Το κριτήριό του είναι η αυτοαπαρνούμενη αγάπη για τον Θεό και τον συνάνθρωπο, Άλλα ένας ασκητισμός που τοποθετεί την ψυχή του ιδίου στο κέντρο των πάντων, που επιζητεί την δική της σωτηρία, απομονώνοντάς την από τον κόσμο και περιορισμένη στα δικά της στενά περιθώρια, πλησιάζει πολύ στο να μοιάζει με πνευματικό εγωκεντρισμό και με τον φόβο διάλυσης ή με σπατάλη των ενεργειών μας, παρ' ότι είναι για χάρη της αγάπης: αυτό, δεν είναι Χριστιανικός ασκητισμός.
Ποιο είναι το κριτήριο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει και να μετρήσει τα διάφορα μονοπάτια της ανθρώπινης ζωής; Ποια είναι τα πρότυπά τους, τα πρωταρχικά τους σύμβολα, τα όριά τους; Είναι το μονοπάτι του Θεανθρωπισμού - το μονοπάτι του Χριστού επί της γης, Ο Λόγος σαρξ εγένετο, ο Θεός ενσαρκώθηκε, γεννήθηκε, μέσα σε σταύλο στην Βηθλεέμ. Αυτό από μόνο του θα πρέπει να μας είναι πλήρως αρκετό, για να μιλούμε για την απεριόριστη, θυσιαστική, αυτοαπαρνούμενη και αυτοταπεινούμενη αγάπη του Χριστού. Όλα τα υπόλοιπα ενυπάρχουν σε αυτό. Ο Υιος του Ανθρώπου έκλινε ολόκληρο τον Εαυτό Του - ολόκληρη την θεϊκή Του Φύση και ολόκληρη την θεϊκή Του Υπόσταση - κάτω από τους θόλους εκείνου του σπηλαίου στην Βηθλεέμ. Δεν είναι δύο οι Θεοί, ούτε είναι δύο οι Χριστοί: ο Ένας που ζει στην μακαριότητα, στους κόλπους της Αγίας Τριάδος, και Ένας άλλος, που έλαβε δούλου μορφή. Ο Μονογενής Υιος του Θεού, ο Λόγος έγινε άνθρωπος, κλίνοντας τον Εαυτόν Του στο επίπεδο της ανθρωπότητας. Το μονοπάτι της μετέπειτα ζωής Του - οι διδασκαλίες, τα θαύματα, οι προφητείες, οι θεραπείες, η καρτερία Του στην πείνα και την δίψα, μέχρι και την δίκη Του ενώπιον του Πιλάτου, ο δρόμος του Σταυρού και μετά προς τον Γολγοθά και τον θάνατο - όλα αυτά είναι το μονοπάτι της ταπεινωμένης Του ανθρωπότητας, και μαζί Του, το μονοπάτι της συγκατάβασης του Θεού προς την ανθρωπότητα.
Πώς ήταν η αγάπη του Χριστού; Παρακράτησε κάτι; Παρατηρούσε, ή μήπως μετρούσε τα πνευματικά της χαρίσματα; Μετάνοιωσε για κάποιο πράγμα; Πού επέδειξε τσιγκουνιά; Η ανθρωπότητα του Χριστού δέχθηκε φτυσίματα, ραπίσματα, σταύρωση. Η θεότητα του Χριστού ήταν πλήρως ένσαρκη, έως το τέλος, μέσα στην φτυσμένη, δαρμένη, ταπεινωμένη και σταυρωμένη ανθρωπότητά Του. Ο Σταυρός - το εργαλείο ενός αισχρού θανάτου - έγινε για τον κόσμο το σύμβολο της αυτοαπαρνούμενης αγάπης. Και δεν υπήρξε τόπος η στιγμή - ούτε από την Βηθλεέμ ως τον Γολγοθά, ούτε σε κηρύγματα ή παραβολές ή στα θαύματα που είχε κάνει - που ο Χριστός να είχε δώσει την παραμικρή αφορμή να νομισθεί πως δεν θυσίαζε ολόκληρο τον Εαυτόν Του και ολοκληρωτικά, για την σωτηρία του κόσμου, ή πως είχε κρατήσει κάτι μέσα Του, κάποιο "άγιο των αγίων" που δεν ήθελε να προσφέρει ή που δεν θα έπρεπε να είχε προσφέρει. Προσέφερε τα δικά Του "άγια των αγίων", την θεότητά Του, για τις αμαρτίες του κόσμου, και εδώ ακριβώς βρίσκεται η θεϊκή και τέλεια αγάπη, σε όλη της την πληρότητα.
Αυτό είναι το μόνο συμπέρασμα που μπορούμε να βγάλουμε, από ολόκληρη την επίγεια προσφορά του Χριστού. Μήπως όμως η δύναμη της θεϊκής αγάπης είναι τέτοια επειδή ο Θεός, αν και προσφέρει τον Εαυτόν Του, παραμένει Θεός - δηλαδή, δεν κενώνεται, δεν χάνεται μέσα από αυτή την φοβερή, θυσιαστική αυτο-κένωση;
Η ανθρώπινη αγάπη δεν μπορεί να ορισθεί πλήρως - βάσει των νόμων της θείας αγάπης - διότι στο μονοπάτι αυτό, ο άνθρωπος μπορεί να ερημώσει τον εαυτό του και να χάσει από τα μάτια του εκείνο που είναι απαραίτητο: την σωτηρία της ψυχής του. Εδώ όμως, χρειάζεται να δώσουμε προσοχή μονάχα σε ότι μας δίδαξε ο Χριστός. Είπε: "Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτόν του και να σηκώσει τον σταυρό του." Η αυταπάρνηση είναι η ουσία, και χωρίς αυτήν δεν μπορεί κανείς να Τον ακολουθήσει, χωρίς αυτήν δεν υπάρχει Χριστιανισμός. Μην κρατάς τίποτε για τον εαυτό σου. Παραμέρισε, όχι μόνο τον υλικό πλούτο αλλά και τον πνευματικό, μεταβάλλοντας τα πάντα σε αγάπη Χριστού, σηκώνοντάς το αυτό σαν σταυρό σου. Επίσης είπε - όχι περί του Εαυτού Του, και όχι περί της τέλειας αγάπης Του, αλλά περί της αγάπης που μπορεί να προσλάβει η ανθρώπινη ατέλεια - τα εξής: "3 μείζονα ταύτης αγάπην ουδείς έχει, ίνα τις την ψυχήν (ερμηνεύεται και ως "ζωή") αυτού θή υπέρ των φίλων αυτού" (Ιωανν.15:13. Πόσο μίζερο και άπληστο είναι, να κατανοείται η λέξη "ψυχή" εδώ ως "ζωή". Ο Χριστός εδώ μιλά ακριβώς για την ψυχή, για την παράδοση του έσω κόσμου, για την απόλυτη και ανεπιφύλακτη αυτοθυσία ως το ύψιστο παράδειγμα της αγάπης που είναι υποχρεωτική για τους Χριστιανούς. Και εδώ, πάλι, δεν υπάρχει χώρος για να μεριμνούμε για τους δικούς μας πνευματικούς θησαυρούς. Εδώ παραδίδονται τα πάντα.
Οι μαθητές του Χριστού το ακολούθησαν το μονοπάτι Του. Αυτό γίνεται σαφές, στην σχεδόν παράδοξη δήλωση του Αποστόλου Παύλου: "ηυχόμην γαρ αυτός εγώ ανάθεμα είναι από του Χριστού υπέρ των αδελφών μου, των συγγενών μου κατά σάρκα..." (Ρωμ.9:3). Και το είπε αυτό, έχοντας δηλώσει ο ίδιος πως: "ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός" (Γαλ. 2:20). Για τον Παύλο, μια τέτοια απομάκρυνση από τον Χριστό είναι απομάκρυνση από την ζωή, όχι μόνο με την παροδική, κοσμική έννοια της λέξης, αλλά από την αιώνια και άφθαρτη ζωή του μέλλοντος αιώνος.
Τα παραδείγματα αυτά αρκούν, για να μας γνωστοποιήσουν που μας οδηγεί ο Χριστιανισμός. Εδώ πραγματικά δεν επιζητεί η αγάπη "τα εαυτής", ακόμα και αν πρόκειται για την σωτηρία της ψυχής μας. Μια τέτοια αγάπη μας τα παίρνει όλα, μας στερεί τα πάντα, σχεδόν σαν να μας εξολοθρεύει. Και που μας οδηγεί; Στην πνευματική πτωχεία. Στους Μακαρισμούς δίνεται η υπόσχεση για ουράνια μακαριότητα, σε αντάλλαγμα του να είμαστε φτωχοί με το πνεύμα μας: "Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών εστί η βασιλεία των ουρανών". Αυτή η αρχή έχει τόσο πολύ αποστασιοποιηθεί από την ανθρώπινη κατανόηση, που ορισμένοι άνθρωποι προσπαθούν να διαβάσουν την λέξη "πνεύμα" σαν μια κατοπινή παρεμβολή, και τα εξηγούν τα λόγια αυτά σαν μια κλήση για υλική ακτημοσύνη και απόρριψη γήινου πλούτου, ενώ άλλοι παρά τρίχα πέφτουν στον φανατισμό να τα εκλαμβάνουν ως κάλεσμα για πνευματική ακτημοσύνη, την απόρριψη της σκέψης και του οποιουδήποτε διανοητικού περιεχομένου. Και όμως, πόσο απλά και ξεκάθαρα μπορούν να ερμηνευτούν αυτά τα λόγια, σε συνάφεια με άλλα Ευαγγελικά κείμενα. Ο άνθρωπος που είναι "πτωχός τω πνεύματι" είναι εκείνος που καταθέτει την ψυχή του για τους φίλους, προσφέροντας αυτό το πνεύμα εξ αγάπης, χωρίς να παρακρατεί τον πνευματικό του πλούτο.
Εδώ γίνεται προφανής η σημασία του μοναχικού όρκου περί αποταγής. Φυσικά δεν αναφέρεται στην υλική αποταγή ή σε μια στοιχειώδη απουσία απληστίας. Εδώ πρόκειται για πνευματική αποταγή.
Ποιο είναι το αντίθετο αυτού; Ποια πάθη αντιστοιχούν στην αρετή της αποταγής; Δύο υπάρχουν, και στην πραγματικότητα συχνά τις συγχέουμε: την τσιγκουνιά και την απληστία. Μπορεί κανείς να είναι άπληστος αλλά ταυτόχρονα να μην είναι τσιγκούνης, μάλιστα μπορεί να είναι και άσωτος. Μπορεί επίσης κανείς να είναι τσιγκούνης αλλά να μην έχει μια άπληστη επιθυμία να αποκτήσει κάτι που δεν είναι δικό του. Και οι δυο περιπτώσεις είναι απαράδεκτες. Και αν είναι απαράδεκτες στον υλικό κόσμο, είναι ακόμα περισσότερο απαράδεκτες στην πνευματική σφαίρα.
Η αποταγή μας διδάσκει, όχι μόνο πως πρέπει να μην επιζητούμε άπληστα κάποια πλεονεκτήματα για την ψυχή μας, αλλά πως δεν πρέπει να είμαστε και τσιγκούνηδες με την ψυχή μας˙ πως πρέπει να σπαταλάμε την ψυχή μας αγαπώντας, πως πρέπει να αποκτήσουμε γύμνια πνευματικά, πως πνευματικά πρέπει να απογυμνωθούμε εντελώς. Δεν θα πρέπει να έχουμε τίποτε τόσο ιερό η πολύτιμο, που δεν θα ήμασταν πρόθυμοι να το αποχωριστούμε εν ονόματι της αγάπης του Χριστού, σε αυτούς που το έχουν ανάγκη.
Η πνευματική αποταγή είναι ο τρόπος του άγιου σαλού. Είναι η σαλότητα, η εν Χριστώ σαλότητα. Είναι το αντίθετο της σοφίας του αιώνος τούτου. Είναι η μακαριότητα εκείνων που είναι πτωχοί τω πνεύματι. Είναι τα εξώτερα όρια της αγάπης, η θυσία της ίδια της ψυχής μας. Είναι ο χωρισμός μας από τον Χριστό εν ονόματι των αδελφών μας. Είναι η απάρνηση του εαυτού μας. Και αυτό είναι το αληθινό μονοπάτι που μας διδάσκεται με κάθε λόγο και κάθε φράση των Ευαγγελίων.
Πώς συμβαίνει, η σοφία του κόσμου αυτού όχι μόνο έρχεται σε αντίθεση με την εντολή αυτή του Χριστού, αλλά απλώς αποτυγχάνει να την κατανοήσει; Είναι επειδή ο κόσμος ανέκαθεν έζησε προσαρμόζοντας τον εαυτό του στους νόμους της υλικής φύσης και είχε την τάση να μεταφέρει αυτούς τους νόμους και στην σφαίρα της πνευματικής φύσης. Σύμφωνα με τους νόμους της ύλης, πρέπει να δεχθώ πως, αν χαρίσω ένα κομμάτι ψωμί, τότε φτωχαίνω κατά ένα κομμάτι ψωμί. Αν χαρίσω ένα ποσό χρηματικό, τότε έχω μειώσει τα διαθέσιμά μου κατά το ποσό εκείνο. Κατ' επέκταση αυτού του νόμου, ο κόσμος νομίζει πως αν χαρίσω την αγάπη μου, θα είμαι φτωχότερος κατά την ποσότητα εκείνης της αγάπης, και αν χαρίσω την ψυχή μου, τότε θα έχω εντελώς καταστραφεί, διότι δεν θα έχει μείνει τίποτε από μένα για σώσιμο.
Στον τομέα όμως αυτόν, οι νόμοι της πνευματικής ζωής είναι ακριβώς το αντίθετο από τους νόμους του υλικού κόσμου. Σύμφωνα με τον πνευματικό νόμο, κάθε πνευματικός θησαυρός που χαρίζεται, όχι μόνο επιστρέφει στον δότη σαν ένα ολόκληρο και απείραχτο ρούβλι που δίνεται σε ένα ζητιάνο, αλλά αυξάνει και γίνεται ακόμα πιο πολύτιμος. Αυτός που δίνει, παίρνει. Και αυτός που φτωχαίνει, γίνεται πλούσιος. Χαρίζουμε τα ανθρώπινα πλούτη μας και λαμβάνουμε πολύ μεγαλύτερα δώρα από τον Θεό, ενώ αυτός που χαρίζει την ανθρώπινη ψυχή του, λαμβάνει ως αντάλλαγμα την αιώνια μακαριότητα, το θεϊκό δώρο της απόκτησης της ουράνιας βασιλείας. Πώς το λαμβάνει αυτό το δώρο; Απουσιάζοντας από τον Χριστό, σε μια πράξη υπέρτατης αυταπάρνησης και αγάπης, προσφέρει τον εαυτό του σε άλλους. Αν είναι όντως μια πράξη Χριστιανικής αγάπης, αν αυτή η αυταπάρνηση είναι γνήσια, τότε θα συναντήσει τον Ίδιον τον Χριστό, πρόσωπο με πρόσωπο, σε εκείνον που θα προσφέρει τον εαυτό του. Και, κοινωνώντας με αυτόν, κοινωνεί με τον Ίδιον τον Χριστό. Αποκτά ξανά εκείνο που εγκατέλειψε, εν αγάπη, και σε μια αληθινή κοινωνία με τον Θεό. Κατ' αυτόν τον τρόπο το μυστήριο της ένωσης με τον άνθρωπο γίνεται το μυστήριο της ένωσης του ανθρώπου με τον Θεό. Ό,τι χαρίστηκε, επιστρέφει, διότι η αγάπη που εκχέεται, ποτέ δεν λιγοστεύει την πηγή εκείνης της αγάπης, διότι η πηγή της αγάπης μέσα στην καρδιά μας είναι η Ίδια η Αγάπη. Είναι ο Χριστός.
Δεν μιλούμε εδώ για καλές πράξεις, ούτε για εκείνη την αγάπη που μετράει και μοιράζει με μέτρο τις δυνατότητές της, που χαρίζει τους τόκους αλλά κρατάει το κεφάλαιο. Εδώ μιλούμε για ένα γνήσιο στράγγισμα του εαυτού, σε μερική μίμηση της αυτο-κένωσης του Χριστού όταν ενσαρκώθηκε μέσα στην ανθρωπότητα. Κατά τον ίδιο τρόπο οφείλουμε να κενώσουμε και τον εαυτό μας εντελώς, ενσαρκώνοντάς τον κατά κάποιο τρόπο σε μια άλλη ανθρώπινη ψυχή, προσφέροντάς της όλη την δύναμη της θεϊκής εικόνας που βρίσκεται εντός μας.
Αυτό - και μόνο αυτό - ήταν που απορρίφθηκε από την σοφία του κόσμου, σαν μια παράβαση των νόμων της. Αυτό είναι που έκανε τον Σταυρό το σύμβολο θεϊκής αγάπης: Ιουδαίοις μεν σκάνδαλον, Έλλησι δε μωρίαν, παρ' ότι για μας είναι η μόνη οδός προς την σωτηρία. Δεν υπάρχει - ούτε μπορεί να υπάρξει - αμφιβολία πως δίνοντας τον εαυτό μας με αγάπη - στον φτωχό, στον άρρωστο, στον φυλακισμένο - θα δούμε μέσα τους τον Ίδιο τον Χριστό, πρόσωπο με πρόσωπο. Μας το είχε πει ο Ίδιος, όταν μίλησε για την Τελευταία Κρίση και πως θα καλέσει ορισμένους στην αιώνια ζωή επειδή Του έδειξαν αγάπη στο πρόσωπο του κάθε δυστυχισμένου και εξαθλιωμένου ανθρώπου, ενώ άλλους θα τους διώξει μακρυά Του επειδή η καρδιά τους ήταν χωρίς αγάπη, επειδή δεν Τον βοήθησαν, στα πρόσωπα των πασχόντων αδελφών Του, μέσα στα οποία είχε φανερωθεί σε αυτούς. Αν έχουμε αμφιβολίες για αυτά, βασιζόμενοι στην ανεπιτυχή εμπειρία της καθημερινότητας μας, τότε εμείς οι ίδιοι είμαστε η μόνη αιτία για τις αμφιβολίες αυτές: οι καρδιές μας που δεν περιέχουν αγάπη, οι τσιγκούνικες ψυχές μας, η ατελέσφορη θέλησή μας, η έλλειψη πίστεως στην βοήθεια του Χριστού. Πρέπει κανείς να είναι ένας "δια Χριστόν σαλός" για να περπατήσει αυτό το μονοπάτι ως το τέλος του - και στο τέλος του, ξανά και ξανά, να συναντά τον Χριστό. Αυτό και μόνο είναι το υπέρτατο Χριστιανικό κάλεσμα για μας.
Και αυτό είναι - πιστεύω - ο ευαγγελικός τύπος ευσέβειας. Θα ήταν όμως λάθος να νομίζουμε πως αυτό μας αποκαλύφθηκε άπαξ και δια παντός μέσα στα τέσσερα Ευαγγέλια και πως διευκρινίσθηκε μέσα στις Επιστολές. Συνεχώς αποκαλύπτεται, και η παρουσία του στον κόσμο είναι συνεχής. Επίσης επιτυγχάνεται συνεχώς μέσα στον κόσμο, και η μορφή της επίτευξής του είναι η Θεία Ευχαριστία, ο πιο πολύτιμος θησαυρός της Εκκλησίας, και η πρωταρχική Της δραστηριότητα μέσα στον κόσμο. Η Ευχαριστία είναι το μυστήριο της θυσιαστικής αγάπης. Εκεί μέσα βρίσκεται ολόκληρο το νόημά της, όλος ο συμβολισμός της, όλη η δύναμή της. Σε αυτήν, ο Χριστός ξανά και ξανά θυσιάζεται εθελοντικά για τις αμαρτίες του κόσμου. Ξανά και ξανά, τις σηκώνει τις αμαρτίες του κόσμου επάνω στο Σταυρό. Και προσφέρει τον Εαυτόν Του - το Σώμα Του και το Αίμα Του - για την σωτηρία του κόσμου. Με το να προσφέρει τον Εαυτόν Του ως τροφή για τον κόσμο, με το να παρέχει την κοινωνία εν τω Σώματι και τω Αίματί Του, ο Χριστός όχι μόνο σώζει τον κόσμο με την θυσία Του, αλλά "χριστοποιεί" κάθε άνθρωπο, και τον ενώνει με την δική Του αυτο-θυσιαστική αγάπη για τον κόσμο. Παίρνει σάρκα από τον κόσμο, την θεώνει αυτή την ανθρώπινη σάρκα, την παραδίδει για την σωτηρία του κόσμου και τον ενώνει τον κόσμο ξανά με αυτή την θυσιασμένη σάρκα- και για την σωτηρία της, και για την συμμετοχή της σε αυτή την θυσιαστική προσφορά. Μαζί με τον Εαυτόν Του - εν Εαυτώ - ο Χριστός επίσης προσφέρει στον κόσμο μια θυσία για την εξαγορά των αμαρτιών μας, σαν να απαιτεί αυτή την θυσία αγάπης από τον κόσμο ως το μοναδικό μονοπάτι προς την ένωση μαζί Του, δηλαδή, προς την σωτηρία. Υψώνει και τον κόσμο επάνω στον Σταυρό, κάνοντάς τον συμμέτοχο στον θάνατό Του και την δόξα Του.
Πόσο βαθειά αντηχούν τα λόγια αυτά της Ευχαριστίας: "Τα Σα εκ των Σων, Σοι προσφέρομεν, κατά πάντα και δια πάντα". Εδώ, η Ευχαριστία είναι το Ευαγγέλιο εν κινήσει. Είναι η αεί υπάρχουσα και αεί τελεσθείσα θυσία του Χριστού και των Χριστο-ειδών ανθρωπίνων όντων για τις αμαρτίες του κόσμου. Δια της Ευχαριστίας η γήινη σάρκα θεούται, και θεωμένη πλέον, ξανα-έρχεται σε κοινωνία με την γήινη σάρκα. Κατά αυτή την έννοια, η Ευχαριστία είναι η αληθινή κοινωνία με το θείο. Και δεν είναι παράξενο, που εν αυτή, το μονοπάτι προς την κοινωνία με το θείο είναι τόσο στενά συνδεδεμένη με την κοινωνία μεταξύ μας. Υπονοεί συγκατάθεση στην προτροπή: "Αγαπήσωμεν αλλήλους, ίνα εν ομονοία ομολογήσωμεν Πατέραν, Υιόν, και Άγιον Πνεύμα, Τριάδα ομοούσιον και αχώριστον".
Η Ευχαριστία χρειάζεται την σάρκα αυτού του κόσμου, ως "ύλη" του Μυστηρίου. Μας αποκαλύπτει την θυσία του Χριστού ως θυσία για λογαριασμό της ανθρωπότητας, δηλαδή, ως την ένωσή Του με την ανθρωπότητα. Μας κάνει "χριστούς", με το να επαναλαμβάνει ξανά και ξανά το μέγα μυστήριο της συνάντησης του Θεού με τον άνθρωπο, ξανά και ξανά κάνοντας τον Θεό ένσαρκο, με ανθρώπινη σάρκα. Και όλα αυτά επιτυγχάνονται, εν ονόματι της θυσιαστικής αγάπης για την ανθρωπότητα.
Αλλά, αν στο κέντρο της ζωής της Εκκλησίας υπάρχει αυτή η θυσιαστική, αυτο-προσφερόμενη ευχαριστιακή αγάπη, τότε που είναι τα όρια της Εκκλησίας; Που βρίσκεται η περιφέρεια αυτού του κέντρου; Εδώ μπορούμε να μιλούμε για ολόκληρη την Χριστιανοσύνη ως μια αιώνια προσφορά της Θείας Λειτουργίας πέραν των τειχών των εκκλησιών. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει πως πρέπει να προσφέρουμε την αναίμακτο θυσία, την θυσία της αυτο-παραδιδόμενης αγάπης, όχι σε ένα συγκεκριμένο χώρο, επάνω στον βωμό μιας συγκεκριμένης εκκλησίας: ο κόσμος ολόκληρος γίνεται ο ένας βωμός της μίας εκκλησίας, και για την Λειτουργία αυτή, πρέπει να προσφέρουμε την καρδιά μας, σαν άρτο και οίνο, προκειμένου να μεταβληθούν σε αγάπη Χριστού, προκειμένου Εκείνος να γεννηθεί μέσα σε αυτές, ώστε να γίνουν "Θεανθρώπινες" καρδιές, και Εκείνος να τις προσφέρει ως τροφή για τον κόσμο, ώστε να φέρει ολόκληρο τον κόσμο σε κοινωνία με αυτές τις καρδιές μας που έχουν γίνει προσφορά, ώστε με αυτό τον τρόπο να γίνουμε ένα με Αυτόν, όχι για να ζήσουμε εκ νέου, αλλά για να ζήσει μέσα μας ο Χριστός, γενόμενος ένσαρκος στην δική μας σάρκα, προσφέροντας την δική μας σάρκα επάνω στον Σταυρό του Γολγοθά, ανασταίνοντας την δική μας σάρκα, προσφέροντάς την ως θυσία αγάπης για τις αμαρτίες του κόσμου, και δεχόμενος αυτήν ως θυσία αγάπης προς Αυτόν. Τότε πραγματικά θα είναι ο Χριστός πάντοτε, και εν παντί.
Εδώ βλέπουμε πόσο αμέτρητη είναι η Χριστιανική αγάπη. Εδώ είναι η μόνη οδός προς την Χριστοποίηση, η μόνη οδός που μας αποκαλύπτει το Ευαγγέλιο. Τι σημαίνουν όλα αυτά, με την κοσμική, συμπαγή έννοια; Πώς γίνεται να φανερωθεί στην κάθε ανθρώπινη συναναστροφή, ώστε κάθε συναναστροφή μπορεί να είναι μια αληθινή και γνήσια κοινωνία με τον Θεό, μέσω της κοινωνίας με τον άνθρωπο; Σημαίνει πως κάθε φορά, πρέπει κανείς να παραδίδει την ψυχή του στον Χριστό, προκειμένου να την προσφέρει ως θυσία για την σωτηρία εκείνου του συγκεκριμένου ατόμου. Σημαίνει να ενωθώ με εκείνο το πρόσωπο στην εν Χριστώ θυσία, σαν σάρκα Χριστού. Αυτή είναι η μόνη εντολή που έχουμε λάβει μέσω της διδασκαλίας του Χριστού, και που επιβεβαιώνεται κάθε μέρα κατά την τέλεση της Ευχαριστίας. Τέτοιο είναι το μόνο αληθινό μονοπάτι που μπορεί ένας Χριστιανός να ακολουθήσει. Στο φως αυτού του μονοπατιού, όλα τα άλλα γίνονται θαμπά και θολά. Δεν πρέπει όμως να κρίνουμε εκείνους που ακολουθούν τα κατεστημένα, μη-θυσιαστικά μονοπάτια - μονοπάτια που δεν απαιτούν την αυτο-παράδοση, μονοπάτια που δεν αποκαλύπτουν ολόκληρο το μυστήριο της αγάπης. Ούτε, από την άλλη, επιτρέπεται να σιωπούμε για αυτά. Ίσως στο παρελθόν να ήταν δυνατόν, αλλά όχι σήμερα.
Έρχονται τόσο τρομεροί καιροί. Ο κόσμος είναι τόσο εξαντλημένος από τις ουλές και τις πληγές του. Κράζει από τα κατάβαθα της ψυχής του προς τον Χριστιανισμό. Αλλά ταυτόχρονα είναι τόσο απομακρυσμένος από τον Χριστιανισμό, που ο Χριστιανισμός δεν μπορεί, δεν τολμά καν να δείξει μια παραμορφωμένη, μειωμένη και σκοτεινιασμένη εικόνα του εαυτού του. Ο Χριστιανισμός πρέπει να καψαλίσει τον κόσμο με το πυρ της Χριστιανικής αγάπης. Ο Χριστιανισμός πρέπει να ανέβει στον Σταυρό εκ μέρους του κόσμου. Πρέπει να ενσαρκώσει τον Ίδιο τον Χριστό μέσα στον κόσμο. Ακόμα και αν αυτός ο Σταυρός, ο αιωνίως υψούμενος ξανά και ξανά, είναι μωρία και για τους νέους Έλληνές μας και σκάνδαλο για τους νέους Ιουδαίους μας, για μας θα συνεχίζει να είναι "αυτοίς δε τοις κλητοίς, Ιουδαίοις τε και Ελλησι, Χριστόν Θεού δύναμιν και Θεού σοφίαν" (Α' Κορ.1:24).
Εμείς, που καλούμεθα να είμαστε "πτωχοί τω πνεύματι", να είμαστε "δια Χριστόν σαλοί", που καλούμεθα σε διωγμό και κακοποίηση - γνωρίζουμε πως αυτό είναι το μόνο κάλεσμα που μας έχει δοθεί από τον διωχθέντα, κακοποιημένο, περιφρονημένο και ταπεινωμένο Χριστό. Και δεν πιστεύουμε μόνο στην Γη της Επαγγελίας και την μέλλουσα μακαριότητα, διότι: και τώρα, αυτή τη στιγμή, στη μέση αυτού του κατηφούς και απελπισμένου κόσμου, ήδη γευόμαστε αυτήν την μακαριότητα, όποτε - με την βοήθεια του Θεού και κατά την εντολή Του - απαρνιόμαστε τον εαυτό μας, όποτε έχουμε την δύναμη να προσφέρουμε την ψυχή μας για τους γέιτονές μας, όποτε, εν αγάπη, δεν επιδιώκουμε ο,τιδήποτε για τον εαυτό μας.
Πηγή-http://oodegr.co
0 comments:
Post a Comment