Πρωτοπρ. Μιχαὴλ Βοσκοῦ
Στὶς 30 Νοεμβρίου ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τὸν Ἀπόστολο Ἀνδρέα τὸν Πρωτόκλητο, ὁ ὁποῖος τιμᾶται ὅλως
ἰδιαιτέρως σ’ ὁλόκληρη τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, κυρίως ὅμως στὴν
Κωνσταντινούπολη, τὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν Κύπρο. Ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας
καταγόταν ἀπὸ τὴ Βηθσαϊδὰ τῆς Γαλιλαίας καὶ ἦταν υἱὸς τοῦ Ἰωνᾶ καὶ κατὰ
σάρκα ἀδελφὸς τοῦ Σίμωνα, τοῦ μετέπειτα Πρωτοκορυφαίου Ἀποστόλου Πέτρου.
Ὀνομάστηκε Πρωτόκλητος, γιατὶ πρῶτος αὐτὸς κλήθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ τὸν
ἀκολουθήσει. Ὅπως μᾶς περιγράφει τὸ συγκεκριμένο γεγονὸς ὁ Εὐαγγελιστὴς
Ἰωάννης (α’ 35-43), ὅταν κάποια μέρα κήρυττε ὁ Τίμιος Πρόδρομος στὶς
ὄχθες τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ καὶ εἶδε τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ νὰ περνᾶ ἀπὸ ἐκεῖ,
σταμάτησε τὸ κήρυγμά του καὶ ὁμολόγησε: “Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ”,
φανερώνοντας τοιουτοτρόπως στοὺς μαθητές του ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἦταν ὁ
ἀναμενόμενος Μεσσίας, ὁ ἀναμενόμενος Σωτήρας τοῦ κόσμου. Ἀνάμεσα στοὺς
μαθητὲς τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ποὺ ἄκουσαν τὰ λόγια του, ἦταν ὁ Ἀνδρέας
καὶ ὁ Ἰωάννης, οἱ ὁποῖοι πλησίασαν τὸν Ἰησοῦ καὶ τὸν ἐρώτησαν ποῦ μένει.
Καὶ ἐκεῖνος τοὺς ἀπάντησε: “Ἔρχεσθε καὶ ἴδετε”. Τὸν ἀκολούθησαν τότε
καὶ ἔμειναν μαζί του ὅλη τὴν ἡμέρα. Ἀμέσως μετὰ ὁ Ἀνδρέας βρῆκε τὸν
ἀδελφό του τὸν Σίμωνα, τὸν πληροφόρησε ὅτι “εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν” καὶ
τὸν ὁδήγησε στὸν Κύριο.
Ἡ
ὁριστικὴ κλήση τῶν ἀδελφῶν Ἀνδρέα καὶ Πέτρου ἔγινε λίγο καιρὸ ἀργότερα
στὶς ὄχθες τῆς λίμνης τῆς Γαλιλαίας, ὅπου ἐργάζονταν ὡς ψαράδες, μετὰ
ἀπὸ τὸ περιστατικὸ ποὺ μᾶς περιγράφει μὲ ἀρκετὲς λεπτομέρειες ὁ
Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς (ε’ 1-11). Ὁ Ἀνδρέας καὶ ὁ Πέτρος μετὰ ἀπὸ μιὰ
κοπιαστικὴ νύκτα δὲν κατάφεραν νὰ πιάσουν οὔτε ἕνα ψάρι. Κατόπιν ἐντολῆς
τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος μόλις προηγουμένως μίλησε στὸ συγκεντρωμένο πλῆθος
εὑρισκόμενος ἐπάνω στὸ πλοῖο τους, ξαναέριξαν τὸ δίκτυα καὶ τὸ
ἀποτέλεσμα ἦταν ἐντυπωσιακό. Ἔπιασαν τόσα πολλὰ ψάρια, ὥστε ὄχι μόνο τὸ
δικό τους πλοῖο, ἀλλὰ καὶ τὸ πλοῖο τῶν ἀδελφῶν Ἰακώβου καὶ Ἰωάννη,
γέμισαν σὲ τέτοιο βαθμὸ ποὺ κινδύνευαν καὶ τὰ δύο νὰ βυθιστοῦν. Τότε ὁ
Κύριος τοὺς ἀπηύθηνε τὴν πρόσκληση: “δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ἡμᾶς
ἁλιεῖς ἀνθρώπων” (Ματθ. δ’ 19)· ἀκολουθῆστε με καὶ θὰ σᾶς κάνω ψαράδες
ἀνθρώπων. Ἐκεῖνοι δὲ “καταγαγόντες τὰ πλοῖα ἐπὶ τῆν γῆν, ἀφέντες ἅπαντα
ἠκολούθησαν αὐτῷ” (Λουκ. ε’ 11)· ἀφοῦ τράβηξαν τὰ πλοῖα στὴ στεριά,
ἄφησαν τὰ πάντα καὶ τὸν ἀκολούθησαν.
Τὸ
ὄνομα τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέα εἶναι καθαρὰ ἑλληνικὸ ὄνομα, ἀφοῦ προέρχεται
ἀπὸ τὴ λέξη “ἀνδρεῖος”, συναντᾶται δὲ καὶ στοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες
συγγραφεῖς. Μάλιστα ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας ἦταν χάριτι Θεοῦ ἐκεῖνος ποὺ
μαζὶ μὲ τὸν Ἀπόστολο Φίλιππο ὁδήγησε στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ λίγο πρὸ τοῦ
πάθους του τοὺς Ἕλληνες πού, εὑρισκόμενοι στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ νὰ
προσκυνήσουν στὸν Ναὸ μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς ἰουδαϊκῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα,
ζήτησαν νὰ τὸν δοῦν. Τότε ὁ Κύριος, ὑποδηλώνοντας σὺν τοῖς ἄλλοις τὴ
μεταστροφὴ τῶν Ἑλλήνων ἀπὸ τὴν εἰδωλολατρία στὴ χριστιανικὴ πίστη, ἀλλὰ
καὶ τὸν ρόλο ποὺ θὰ διαδραμάτιζαν ἔκτοτε οἱ Ἕλληνες καὶ ἡ ἑλληνικὴ γλώσα
στὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου σ’ ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη, ἀναφώνησε:
“ἐλήλυθεν ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῇ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου” (Ἰω. ιβ’ 23)· ἔχει
ἔρθει πιὰ ἡ ὥρα νὰ δοξαστεῖ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου.
Μετὰ
τὴν Πεντηκοστὴ ὁ κάθε Ἀπόστολος ἀνέλαβε κάποιες περιοχὲς τῆς τότε
γνωστῆς οἰκουμένης, γιὰ νὰ κηρύξει τὸ Εὐαγγέλιο. Ἔτσι καὶ ὁ Ἀπόστολος
Ἀνδρέας, ὡς διαπρύσιος ὑφηγητὴς καὶ κήρυκας τῆς οἰκουμένης, κήρυξε τὸ
Εὐαγγέλιο, μεταξὺ ἄλλων, στὴ Βιθυνία, στὸν Εὔξεινο Πόντο καὶ τὴ Μαύρη
Θάλασσα, στὴ Θράκη, τὴ Μακεδονία, τὴ Θεσσαλία καὶ τὴν Ἀχαΐα. Μεταξὺ τῶν
πόλεων, στὶς ὁποῖες κήρυξε, ἦταν καὶ τὸ Βυζάντιο, ἡ περιοχὴ ὅπου
ἀργότερα κτίστηκε ἡ νέα πρωτεύουσα τῆς αὐτοκρατορίας Κωνσταντινούπολη.
Μάλιστα ἐκεῖ χειροτόνησε πρῶτο ἐπίσκοπο τὸν Ἀπόστολο Στάχυ, ἕναν ἐκ τῶν
ἑβδομήκοντα Ἀποστόλων. Ὡς ἐκ τούτου, ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας θεωρεῖται
ἱδρυτὴς τῆς πρωτόθρονης Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἡ ἑορτή του
στὶς 30 Νοεμβρίου εἶναι ἡ θρονικὴ ἑορτὴ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ἡ
πόλη, στὴν ὁποία κατέληξε καὶ στὴν ὁποία ἐργάστηκε ἰδιαίτερα, ἦταν ἡ
Πάτρα, ὅπου καὶ μαρτύρησε. Κατόπιν ἐντολῆς τοῦ ἀνθυπάτου τῆς Ἀχαΐας
Αἰγεάτη, τοῦ ὁποίου ἡ σύζυγος Μαξιμίλλα πίστεψε στὸν Χρστὸ μετὰ ἀπὸ
θαυμαστὴ θεραπεία της ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο, ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας φυλακίστηκε,
βασανίστηκε καὶ τελικὰ σταυρώθηκε σὲ σταυρὸ σὲ σχῆμα Χ. Ἡ Πάτρα δικαίως
θεωρεῖται ὡς ἡ πόλη τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέα, ἀφοῦ ὄχι μόνο ἐκεῖ μαρτύρησε,
ἀλλὰ ἐκεῖ εὑρίσκεται ὡς πολύτιμος θησαυρὸς καὶ ἡ Τιμία Κάρα του. Ἡ
Τιμία Κάρα τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέα εὑρισκόταν γιὰ αἰῶνες στὴ Ρώμη, ἀπ’ ὅπου
ἐπεστράφη στὴν Πάτρα τὸ ἔτος 1964. Ἔκτοτε ἡ Πάτρα ἔγινε πόλος ἔλξεως
γιὰ πλῆθος Ὀρθοδόξων πιστῶν, ποὺ τὴν ἐπισκέπτονται γιὰ νὰ λάβουν τὴν
εὐλογία καὶ τὴ χάρη τοῦ Πρωτοκλήτου Ἀποστόλου Ἀνδρέα.
Ἰδιαιτέρως
τιμᾶται ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας ὁ Πρωτόκλητος καὶ στὴν ἰδιαίτερή μας
πατρίδα τὴν Κύπρο, ὅπου πλῆθος ναῶν καὶ παρεκκλησίων εἶναι ἀφιερωμένα
στὸ ὄνομά του. Μάλιστα τόσο μεγάλος εἶναι ὁ σεβασμὸς καὶ ἡ εὐλάβεια τῶν
Κυπρίων πρὸς τὸν Ἅγιο, ὥστε δὲν ὑπάρχει σπίτι, ὅπου ἕνας ἢ καὶ
περισσότεροι νὰ μὴν ἔχουν τὸ ὄνομά του (Ἀνδρέας, Ἀνδρούλα, Ἄντρη κλπ.).
Κατὰ τὴν παράδοση ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας κατέβηκε στὴν Κύπρο καὶ
συγκεκριμένα στὴ χερσόνησο τῆς Καρπασίας. Τὸ πλοῖο, μὲ τὸ ὁποῖο
ταξίδευε, ἀναγκάστηκε νὰ προσαράξει στὶς ἀνατολικὲς ἀκτὲς τῆς χερσονήσου
τῆς Καρπασίας. Στὶς πολλὲς μέρες ἐξαντλήθηκαν τὰ ἀποθέματα νεροῦ στὸ
πλοῖο καὶ τότε ὁ Ἅγιος κατέβηκε στὴ ξηρὰ καὶ μετὰ ἀπὸ θερμὴ προσευχὴ
σφράγισε μὲ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ ἕναν βράχο, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἀνέβλυσε
θαυματουργικὰ νερό. Μὲ τὸ ἁγιασμένο νερό, ποὺ ἀνέβλυσε ἀπὸ τὸν βράχο,
θεραπεύθηκαν πολλοί, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τὸ παιδὶ τοῦ καπετάνιου ποὺ
ἦταν τυφλὸ καὶ ἀνέβλεψε. Ἀργότερα ὁ καπετάνιος ἔκτισε στὸ σημεῖο ἐκεῖνο
ἕνα ἐκκλησάκι, ἐνῶ μετὰ ἀπὸ αἰῶνες κτίστηκε ἀκριβῶς ἐκεῖ τὸ περίφημο
μοναστήρι τοῦ ᾽Αποστόλου Ἀνδρέα, ποὺ ἀποτελοῦσε καὶ συνεχίζει νὰ
ἀποτελεῖ, παρὰ τὴν τουρκικὴ κατοχή, ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα προσκυνήματα
γιὰ κάθε Κύπριο.
Ἀπὸ τὴν ὑμνογραφία τῆς ἑορτῆς
τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέα τοῦ Πρωτοκλήτου θὰ παραθέσουμε χωρὶς περαιτέρω
σχολιασμὸ τὸ Δοξαστικὸ τῶν Στιχηρῶν τοῦ Ἑσπερινοῦ. Τὸ Δοξαστικὸ ἀυτό,
ποὺ ἀποδίδεται στὸν Ἀνατόλιο, ἔχει ὡς ἑξῆς:
“Τὴν
τῶν ἰχθύων ἄγραν καταλιπὼν Ἀπόστολε, ἀνθρώπους σαγηνεύεις καλάμῳ τοῦ
κηρύγματος, χαλῶν ὥσπερ ἄγκιστρον τῆς εὐσεβείας τὸ δέλεαρ, καὶ ἀνάγων ἐκ
τοῦ βυθοῦ τῆς πλάνης τὰ ἔθνη ἅπαντα. Ἀνδρέα Ἀπόστολε, τοῦ Κορυφαίου
ὁμαίμων καὶ τῆς οἰκουμένης ὑφηγητὰ διαπρύσιε, πρεσβεύων μὴ ἐλλείπῃς ὑπὲρ
ἡμῶν, τῶν ἐν πίστει καὶ πόθῳ εὐφημούντων, πανεύφημε, τὴν ἀεισέβαστον
μνήμην σου”.
Ἀφοῦ
ἐγκατέλειψες, Ἀπόστολε, τὴν ἁλιεία ψαριῶν, ἁλιεύεις πλέον ἀνθρώπους μὲ
τὸ καλάμι τοῦ κηρύγματος, ρίχνοντας σὰν ἀγκίστρι τὸ δόλωμα τῆς εὐσεβείας
καὶ ἕλκοντας ἀπὸ τὸν βυθὸ τῆς πλάνης ὅλα τὰ ἔθνη. Ἀνδρέα Ἀπόστολε, ἐξ
αἵματος ἀδελφὲ τοῦ Πρωτοκορυφαίου Ἀποστόλου Πέτρου καὶ διαπρύσιε κήρυκα
τῆς οἰκουμένης, μὴ παύσεις νὰ πρεσβεύεις γιὰ μᾶς, ποὺ μὲ πίστη καὶ πόθο
τιμοῦμε, πανεύφημε, τὴν ἀεισέβαστη μνήμη σου.
(Δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κύπρου “Παρέμβαση Ἐκκλησιαστική. Ὀρθόδοξο Πνευματικό Ἔντυπο”, τεῦχος 17 (2011), σ. 213-216)
0 comments:
Post a Comment